Το επίπεδο της πανεπιστημιακής κατάρτισης των εκπαιδευτικών και το περιεχόμενο του Προγράμματος Σπουδών τους προκαλεί πάντοτε έντονες συζητήσεις και προβληματισμό σε όσους ασχολούνται με το θέμα. Οι αλλαγές που συντελούνται στα Αναλυτικά Προγράμματα των σχολικών βαθμίδων τις οποίες αυτοί καλούνται να υπηρετήσουν έχουν τον αντίκτυπό τους στη γενικότερη φιλοσοφία, τις αρχές αλλά και τα ειδικότερα γνωστικά αντικείμενα στα οποία καλούνται να καταρτιστούν οι υποψήφιοι εκπαιδευτικοί.
Αρχική » Περιοδικά-Συνέδρια (Σελίδα 15)
Αρχείο κατηγορίας Περιοδικά-Συνέδρια
Αρσένης, Κ., Τσίτσιλα, Α., Χόμπορλου, Μ., Ντίνας, Κ. 2004. Η Διδασκαλία της Γλώσσας στα Προγράμματα Σπουδών του 2003-2004 των Παιδαγωγικών Τμημάτων των Δασκάλων και των Νηπιαγωγών. Σύγχρονη Εκπαίδευση 137, σσ. 101-115
Απ’ την άλλη μεριά ο σχεδιασμός και η εφαρμογή Αναλυτικών Προγραμμάτων στα σχολεία της πρώτης και δεύτερης βαθμίδας της εκπαίδευσης αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα και ευθύνη της Πολιτείας, ενώ τα τριτοβάθμια Πανεπιστημιακά Τμήματα τα οποία προετοιμάζουν εκπαιδευτικούς, ως ανεξάρτητα και πλήρως αυτοδιοικούμενα, έχουν την ευχέρεια να εκπονούν το καθένα το δικό του Πρόγραμμα Σπουδών, στο οποίο αντανακλώνται οι απόψεις των μελών ΔΕΠ τους για τη θέση και το ρόλο του σχολείου στην κοινωνία, για τους εκπαιδευτικούς και την εκπαίδευσή τους, καθώς και για τη θέση και το ρόλο των εκπαιδευτικών στο σχολείο.
Η γλώσσα αποτέλεσε και αποτελεί τη βασικότερη γνωστική περιοχή από αυτές που καλλιεργούνται στις δύο υποχρεωτικές βαθμίδες της εκπαίδευσης. Υποθέτοντας, λοιπόν, ότι όλα τα Παιδαγωγικά Τμήματα της χώρας θα είχαν περιλάβει σε κεντρική θέση στα Προγράμματά τους γνωστικά αντικείμενα της Ελληνικής Γλώσσας, της Γλωσσολογίας και της Διδακτικής της Γλώσσας επιχειρήσαμε την καταγραφή αλλά και τη συγκριτική παρουσίαση όλων αυτών των μαθημάτων θέλοντας να δώσουμε σε κάθε ενδιαφερόμενο την ευκαιρία μέσα από τη συγκριτική τους παρουσίαση να εξαγάγει τα συμπεράσματά του για τον τρόπο που τα Παιδαγωγικά Τμήματα δασκάλων και νηπιαγωγών αντιμετωπίζουν το θέμα της κατάρτισης των φοιτητών τους στον τομέα αυτόν.
Ντίνας, Κ. 2004. Γραμματισμός – Πολυγραμματισμοί και διαπολιτισμική γλωσσική διδασκαλία. Στο: Γεωργογιάννης, Π. (επιμ.) Διαπολιτισμική Εκπαίδευση. 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο. Πάτρα: Κέντρο Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης, σσ. 193-206
Το ζήτημα της ισότητας ευκαιριών στην εκπαίδευση είναι ένα θέμα το οποίο δεν έχει λείψει ποτέ από τη θεματολογία της επιστημονικής συζήτησης και της εκπαιδευτικής έρευνας Στις μέρες μας, όμως, το ζήτημα αυτό επανέρχεται σε διαφορετική βάση, με διαφορετικές επιστημολογικές οριοθετήσεις και νέες παραμέτρους, αφού στην ταξική πολυδιάσπαση και ετερότητα των κοινωνικών σχηματισμών προστέθηκε και η εθνολογική, φυλετική, θρησκευτική, εν τέλει πολιτισμική, η οποία προέκυψε κυρίως μετά τις πολύ σημαντικές πληθυσμιακές μετακινήσεις των τελευταίων δεκαετιών.
Στο νέο διεθνές περιβάλλον αλλά όλο και πιο πολύ τελευταία και στη χώρα μας γίνεται προσπάθεια να αντιμετωπισθεί αυτή η πολυ-πολιτισμική πραγματικότητα μέσω της δια-πολιτισμικότητας και συνεπακόλουθα μέσω της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης, η οποία αποβλέπει στο να ευαισθητοποιηθούν οι μαθητές απέναντι στις «άλλες» κοινωνικές ομάδες. Στην οικοδόμηση ενός προγράμματος διαπολιτισμικής εκπαίδευσης σημαντική θέση κατέχει ασφαλώς η γλωσσική διδασκαλία κι αυτή με τη σειρά της έχει επηρεαστεί σημαντικά από το κίνημα του γραμματισμού (literacy) και των πολυγραμματισμών (multiliteracies).
Στην ανακοίνωση αυτή προτείνονται στρατηγικές για την εκπόνηση ενός αποτελεσματικού διαπολιτισμικού προγράμματος γλωσσικής διδασκαλίας.
Γραμματισμός – Πολυγραμματισμοί και διαπολιτισμική γλωσσική διδασκαλία
Κασκαμανίδης, Γ. & Ντίνας, Κ. 2004. Γλωσσική «ανακύκλωση»; Η παιδαγωγική και διδακτική αξιοποίηση των νεοελληνικών διαλέκτων. Η περίπτωση της ποντιακής. Γλώσσα 58, σσ. 7-25
Η ετερότητα, αναμφισβήτητη πραγματικότητα που χαρακτηρίζει όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες, αμφισβητήθηκε μετά τη Γαλλική Επανάσταση και επιχειρήθηκε να αμβλυνθεί με τη δημιουργία ομογενοποιημένων εθνικών κρατών (ένα έθνος, ένα κράτος, μια γλώσσα, ένας πολιτισμός κ.λπ.). Στις συνθήκες, όμως, που διαμορφώνονται τις τελευταίες δεκαετίες προωθείται μια νέα υπερεθνική πραγματικότητα με ένα νέο «ήθος επικοινωνίας» όπου η πολυμορφία αντιπροσωπεύει και πάλι μια πρόκληση. Διατηρείται και ενθαρρύνεται η ετερότητα και η πολυμορφία –συμπεριλαμβανομένης και της γλωσσικής– και τονίζεται το δικαίωμα στη διαφορά. Τελευταία μάλιστα αναπτύσσεται ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις «απειλούμενες», «λιγότερο διαδεδομένες», «λιγότερο ομιλούμενες», «ασθενείς», «κυριαρχούμενες», «μειονοτικές», «αυτόχθονες» γλώσσες, «γλώσσες κληρονομιάς», κ.λπ. Λαμβάνοντας υπόψη μας όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω πιστεύουμε ότι τα προγράμματα σπουδών γλωσσικής διδασκαλίας δεν πρέπει να στοχεύουν πλέον απλώς και μόνο σε γλωσσικούς στόχους, αλλά είναι ανάγκη, ενσωματώνοντας τη μελέτη και διδακτική αξιοποίηση και γλωσσικών τοπικών διαφοροποιήσεων, σε εθνικό πια επίπεδο (π.χ. των διαλέκτων ή ιδιωμάτων), να καλύψουν ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερόντων των μαθητών και να ανταποκρίνονται στις σημερινές αλλά κυρίως στις υπό διαμόρφωση συνθήκες. Ως παράδειγμα τέτοιας διαλέκτου στην παρούσα εργασία επιλέγεται η ποντιακή.
Ντίνας, Κ. 2004. H βλαχοφωνία στο νομό Φλώρινας: ένα βήμα πριν την εξαφάνιση; Μια κοινωνιογλωσσολογική προσέγγιση. Στο: Πρακτικά Συνεδρίου «Φλώρινα 1912-2002: Ιστορία και Πολιτισμός» της Παιδαγωγικής Σχολής Φλώρινας και του Τμήματος Βαλκανικών Σπουδών, σσ. 355-381
Η παρουσία των Ρωμαίων στον βαλκανικό χώρο χρονολογείται από την εποχή των ιλλυρικών και μακεδονικών πολέμων (3ος αι. π.Χ. – 2ος αι. μ.Χ.). Μαζί με τις ρωμαϊκές στρατιωτικές δυνάμεις εισχωρεί στα Βαλκάνια και η λατινική γλώσσα, η οποία χρησιμοποιείται από ένα ετερόκλητο πλήθος ανθρώπων που συντίθεται από στρατιωτικούς, ρωμαίους και ντόπιους, και από ποικίλης εθνικής και γλωσσικής ταυτότητας κατοίκους της αυτοκρατορίας, όλους ρωμαίους πολίτες μετά το διάταγμα του Καρακάλλα. Το πιο εμφανές αποτέλεσμα αυτής της λατινοφωνίας στον σημερινό ελλαδικό χώρο είναι η διατήρηση ως τις μέρες μας λίγων και μικρών λατινόφωνων νησίδων, που αποτελούν τους βλαχόφωνους Έλληνες.
Μετά την πρώτη αναφορά του βυζαντινού χρονογράφου Kεδρηνού (976 μ.X.) στους Βλάχους, οι πληροφορίες πληθαίνουν πολλαπλασιάζοντας και τις γνώσεις μας γι αυτούς. Κατά τα πρώτα χρόνια της Tουρκοκρατίας οι Bλάχοι είναι εγκατεστημένοι στις ευρύτερες περιοχές της Hπείρου, της Θεσσαλίας και της Δυτικής Mακεδονίας. Bασική –αλλά όχι μοναδική– παραδοσιακή ασχολία των Bλάχων υπήρξε η αιγοπροβατοτροφία, η οποία γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη μέσα στην ευρεία κρατική ενότητα του απέραντου οθωμανικού κράτους. Aπό τον κτηνοτροφικό κόσμο πήγασε και αναπτύχθηκε μια αρκετά πολυπληθής αστική τάξη, πάνω στην οποία βασίστηκε ο θεσμός των ελληνοβλαχικών κοινοτήτων την περίοδο της Tουρκοκρατίας, και ο αγωγιατισμός (καραβαναριό), ένας σπουδαίος οικονομικός θεσμός με πολύ σημαντικές πολιτιστικές και εθνικές συνέπειες.
Xαρακτηριστική περίπτωση τέτοιων αστικών βλαχόφωνων χωριών αποτελούν τα τρία σπουδαία βλαχοχώρια της Δυτικής Mακεδονίας, το Nυμφαίο (Nέβεσκα), η Kλεισούρα και το Πισοδέρι. Tα δυο πρώτα δεσπόζουν του δρόμου που οδηγεί από τη Θεσσαλονίκη μέσω Aμυνταίου στην Kαστοριά και την περιοχή της Oρεστίδας· το Πισοδέρι ελέγχει απόλυτα το μεγάλης στρατηγικής σημασίας στενό πέρασμα της Bίγλας, που οδηγεί στο δρόμο για την Aλβανία. H σημαντική αυτή θέση των τριών παραπάνω χωριών προσέδωσε κατά το παρελθόν σ’ αυτά μιαν εξέχουσα στρατιωτική και εμπορική σημασία.
Tις τελευταίες δεκαετίες η βλαχοφωνία σε όλο τον ελλαδικό χώρο για πολύ συγκεκριμένους και γνωστούς λόγους παρουσιάζει σημαντική συρρίκνωση με τάσεις εξαφάνισης. Στην ανακοίνωση αυτή ερευνάται με κοινωνιογλωσσολογικά κυρίως κριτήρια η κατάσταση της βλαχοφωνίας στις δύο αντιπροσωπευτικές κουτσοβλαχικές κοινότητες του νομού Φλώρινας, το Νυμφαίο και το Πισοδέρι.
Ντίνας, Κ. 2003. Η γλωσσική – κοινωνική ετερότητα και η ονοματολογία: μια κοινωνιογλωσσολογική προσέγγιση των κοζανίτικων επωνύμων. Έκδοση σε ψηφιακή μορφή των Πρακτικών του συνεδρίου του ΕΚΚΕ «Ετερότητα και Κοινωνία» ΙSBN 960-7093-86-0
Η ετερότητα είναι μια αναμφισβήτητη πραγματικότητα που χαρακτηρίζει όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες και τις διατρέχει και συγχρονικά αλλά και στη διαχρονική τους διάσταση. Η ετερότητα καθρεφτίζεται σε κάθε πτυχή τής συλλογικής κοινωνικής έκφρασης, με θαυμαστό μάλιστα τρόπο στη γλώσσα, η οποία φέρνει μαζί της ένα μεγάλο φορτίο ιστορικών και άλλων πληροφοριών.
Από τα πιο φορτισμένα πληροφοριακώς στοιχεία τής γλώσσας είναι τα κάθε είδους ονόματα που δίνουν οι άνθρωποι σε τόπους, αντικείμενα και καταστάσεις αλλά και στους συνανθρώπους τους. Τα επώνυμα κυρίως μας δίνουν σημαντικές πληροφορίες για τους διαφορετικούς τόπους από τους κατάγονται οι άνθρωποι, τις διαφορετικές γλώσσες που μιλούσαν, τα διαφορετικά επαγγέλματα που ασκούσαν, τις διαφορετικές κοινωνικές τάξεις στις οποίες ανήκαν, τα διαφορετικά σωματικά και ψυχικά τους χαρακτηριστικά. Έτσι στα επώνυμα αντανακλάται η πολλαπλή ετερότητα που χαρακτηρίζει μια κοινωνία ανθρώπων.
Στην ανακοίνωση αυτή διερευνάται μέσα από τη μελέτη των κοζανίτικων επωνύμων της περιόδου 1759-1916 η ετερότητα που αυτά κρυπτογραφούν.
Ντίνας, Κ., Αραμπατζή, Δ. 2003. Η προώθηση της γλωσσικής και διαπολιτισμικής ευαισθητοποίησης μέσα από το Πρόγραμμα Comenius: Η εμπειρία του Νηπιαγωγείου Αιανής Κοζάνης. Στο: Πρακτικά 6ου Διεθνούς Συνεδρίου. Πάτρα: Κέντρο Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης (ηλεκτρονική έκδοση)
Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα ΣΩΚΡΑΤΗΣ, ένα πρόγραμμα δράσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στον τομέα της εκπαίδευσης θεμελιωμένο αφενός στην αντίληψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση συμβάλλει στην ανάπτυξη παιδείας υψηλού επιπέδου και αφετέρου στη δέσμευση για την προώθηση της δια βίου εκπαίδευσης όλων των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιλαμβάνει –μεταξύ άλλων– δραστηριότητες σχετικές με την προώθηση της γλωσσομάθειας και την κατανόηση των διαφορετικών πολιτισμών και δράσεις όπως η γνωστή με το όνομα του Τσέχου θεολόγου, φιλοσόφου και παιδαγωγού COMENIUS. Η δράση αυτή, στο πλαίσιο της σχολικής εκπαίδευσης στην Ευρώπη μέσω διακρατικών μέτρων, αποσκοπεί στη βελτίωση της ποιότητας της σχολικής εκπαίδευσης και στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής της διάστασης, μέσω της ενθάρρυνσης της διακρατικής συνεργασίας μεταξύ σχολικών ιδρυμάτων, καθώς και στην προώθηση της γλωσσομάθειας και της διαπολιτισμικής ευαισθητοποίησης.
Στα πλαίσια της δράσης αυτής το Νηπιαγωγείο Αιανής, ως συντονιστικό σχολικό ίδρυμα, μαζί με ένα βελγικό και ένα ολλανδικό αντίστοιχα έχουν σχεδιάσει από κοινού και υλοποιούν ένα τριετές πρόγραμμα που περιλαμβάνει διάφορες θεματικές ενότητες που σχετίζονται με την ηλικία και τα ενδιαφέροντα των μαθητών καθώς και την ύλη των μαθημάτων, π.χ. γλωσσική αγωγή, πολιτιστική κληρονομιά, λογοτεχνία και παραδόσεις, τοπική ταυτότητα, προστασία του περιβάλλοντος, πολιτισμός και αθλητισμός, αισθητική αγωγή, περιβαλλοντική εκπαίδευση.
Στην ανακοίνωση κατατίθενται οι εμπειρίες που έχουν αποκτηθεί από τους μαθητές, το εκπαιδευτικό προσωπικό αλλά και την εμπλεκόμενη στη δράση αυτή τοπική κοινωνία, στον τομέα της γλωσσικής αγωγής και της διαπολιτισμικής ευαισθητοποίησης. Η κατάθεση των εμπειριών πραγματοποιείται μέσα από τη συνοπτική παρουσίαση των δράσεων που σχεδιάστηκαν και υλοποιήθηκαν από κοινού από τα τρία συμπράττοντα σχολικά ιδρύματα με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας διδασκαλίας των (ευρωπαϊκών) γλωσσών, την αύξηση της ευαισθητοποίησης όλων σε σχέση με τη διαφορετικότητα των πολιτισμών, τη βελτίωση των δεξιοτήτων των διδασκόντων στο πεδίο της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης και, τέλος, την υποστήριξη της καταπολέμησης του ρατσισμού και της ξενοφοβίας.
Γλωσσική και διαπολιτισμική ευαισθητοποίηση & Πρόγραμμα Comenius
Διαμαντής Θ., Κυρίδης Α., Ντίνας Κ. & Καμαρούδης Σ. 2003. Μαθητές και πολιτική. Μαθητές του ελληνικού δημοτικού σχολείου μιλούν για τους πολιτικούς και την πολιτική. Επιστημονική Επετηρίδα του Π.Τ.Δ.Ε. Ιωαννίνων,σσ. 9-28
Η εργασία πραγματεύεται το ζήτημα της πολιτικής κοινωνικοποίησης των μαθητών του ελληνικού Δημοτικού Σχολείου σε θεωρητικό και ερευνητικό επίπεδο. Εξάλλου η έρευνα των πολιτικών στάσεων και αντιλήψεων γίνεται πολύ γόνιμα στο συγκεκριμένο στάδιο της μορφοποίησης τους, επειδή αυτό το στάδιο είναι πολύ πλούσιο σε πληροφορίες για το «τελικό προϊόν». Παρουσιάζονται θεωρητικά και ερευνητικά δεδομένα από την ξένη και την ελληνική βιβλιογραφία και επιχειρείται η ερευνητική καταγραφή των στάσεων και αντιλήψεων μαθητών της ΣΤ’ τάξης του ελληνικού δημοτικού σχολείου για την πολιτική και τους πολιτικούς. Από τα δεδομένα της έρευνας εύλογα μπορούμε να καταλήξουμε στην άποψη ότι οι στάσεις των παιδιών απέναντι στην πολιτική και στους πολιτικούς είναι κατ’ αρχήν αρνητικές. Η πολιτική στην Ελλάδα έχει δύο όψεις. Και οι δύο αυτές όψεις αποτυπώνονται με τον πιο εύγλωττο τρόπο στις απαντήσεις των παιδιών. Η μία όψη της πολιτικής είναι αυτή που συμπίπτει με τη θεσμική της διάσταση και που της αναγνωρίζει τις ιδιότητες και τις αξίες που την αναγορεύουν σε κοινωνικό αγαθό, πολύτιμο για κάθε κοινωνικό σχηματισμό. Η άλλη όψη, αυτή που επικαλούνται οι μικροί μαθητές, είναι αυτή της «γειωμένης πολιτικής», της πολιτικής που έχει αποκαθηλωθεί από το δοξαστικό θεσμικό της αξίωμα. Είναι η πολιτική που συζητιέται στα καφενεία και στα σπίτια των μικρών παιδιών.
Ντίνας, Κ., Χατζησαββίδης, Σ., Κυρίδης, Α., Τσακιρίδου, Ε., Ζωγράφου, Μ., Αγγελάκη, Χ. 2003. Οι νηπιαγωγοί επιχειρούν μια πρώτη αποτίμηση του νέου προγράμματος γλωσσικής διδασκαλίας για το ελληνικό νηπιαγωγείο. Παιδαγωγική Επιθεώρηση 35, σσ. 165-185
Για πρώτη φορά στην ιστορία της νεοελληνικής εκπαίδευσης με την Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση που επιχειρήθηκε τη διετία 1998-2000 έγινε προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα σώμα που να περιέχει τις αρχές και τους σκοπούς της διδασκαλίας του κάθε μαθήματος, τη διδακτέα ύλη καταμερισμένη σε ενότητες, τους στόχους που οφείλει να υπηρετεί η διδασκαλία της κάθε ενότητας σε σχέση με τους σκοπούς του μαθήματος, και, τέλος, τη μέθοδο και τα μέσα. Το 2003, μετά από δύο χρόνια εφαρμογής του προγράμματος γλωσσικής διδασκαλίας στο ελληνικό νηπιαγωγείο, η συγγραφική ομάδα επιχείρησε μια πρώτη προσπάθεια καταγραφής των λειτουργικών παραμέτρων της εφαρμογής σύμφωνα με τις απόψεις των νηπιαγωγών που κλήθηκαν να το υλοποιήσουν. Η έρευνα διεξήχθη με ερωτηματολόγιο και συμμετείχαν 250 νηπιαγωγοί απ’ όλη την Ελλάδα. Τα στοιχεία της έρευνας έδειξαν ότι οι νηπιαγωγοί προσαρμόστηκαν ικανοποιητικά στο νέο πρόγραμμα και ότι δεν αντιμετώπισαν ιδιαίτερα προβλήματα στην εφαρμογή του.
Ντίνας Κ., Αλεξίου Β., Γαλάνη Α., Ξανθόπουλος Α., 2003. Πόσο πιο ‘διαθεματικό’ και ανανεωμένο είναι τελικώς το Δ.Ε.Π.Π.Σ.; Σύγχρονη Eκπαίδευση 131, σσ. 41-56
Ένα από τα κύρια στοιχεία της πολύκροτης εκπαιδευτικής «μεταρρύθμισης Αρσένη» ήταν η υιοθέτηση του «Ενιαίου Πλαισίου Προγραμμάτων Σπουδών» (ΕΠΠΣ). Εξειδίκευση του ΕΠΠΣ για τη γλώσσα υπήρξε η έκδοση ενός νέου Προγράμματος Σπουδών για τη γλωσσική διδασκαλία στο Νηπιαγωγείο και το Δημοτικό Σχολείο (ΦΕΚ 93/τ. Β,΄10-2-1999). Πριν προλάβουν να εκδοθούν τα από πολλού αναμενόμενα νέα βιβλία γλωσσικής διδασκαλίας για την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, τα οποία θα υλοποιούσαν τις προθέσεις και διακηρύξεις του νέου Προγράμματος Σπουδών του 1999, κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2001 ένα «νέο», αυτή τη φορά Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (ΔΕΠΠΣ), (Υπ.Ε.Π.Θ. 2001). Το νέο ΔΕΠΠΣ εισάγει τη Διαθεματική Προσέγγιση των επιμέρους γνωστικών αντικειμένων εισηγούμενο την οριζόντια σύνδεση των Προγραμμάτων Σπουδών και επαγγελλόμενο να δώσει τη δυνατότητα στο μαθητή να συγκροτήσει ένα ενιαίο σύνολο γνώσεων και δεξιοτήτων, μια ολιστική αντίληψη της γνώσης.
Η αλλαγή στη γλωσσική διδασκαλία, την οποία επαγγελλόταν το ΕΠΠΣ του 1999 υπήρξε αναμενόμενη καθώς οι προηγούμενες είχαν προ πολλού χρόνου ξεπεραστεί. Δεν συνέβη όμως το ίδιο με την κατά μόλις δύο χρόνια και οχτώ μήνες νεότερη αλλαγή που επαγγέλθηκε το ΔΕΠΠΣ. Παρά την επίσημη δικαιολόγηση ότι η αναθεώρηση, «αναμόρφωση» (πβ. ΦΕΚ 1366/Τ.Β΄, 18-10-2001, σ. 18394) ή επαναδιατύπωση το 2001 του αναλυτικού προγράμματος γλωσσικής διδασκαλίας του 1999 επιβαλλόταν από την ανάγκη εναρμονισμού του προς τη «Διαθεματική Προσέγγιση» (πβ. ΦΕΚ 1366/Τ.Β΄, 18-10-2001, σ. 18393) της γνώσης, προκαλεί εντύπωση και απορία η τόσο εσπευσμένη αλλαγή τού έτσι κι αλλιώς νέου προγράμματος του 1999. Η παραπάνω απορία υπήρξε ο κύριος λόγος διεξαγωγής αυτής της έρευνας· επιδίωξε να καταγράψει τις ομοιότητες και τις διαφορές μεταξύ των δύο προγραμμάτων γλωσσικής διδασκαλίας, του 1999 και του 2001, για το Νηπιαγωγείο και το Δημοτικό Σχολείο, προκειμένου να διαπιστώσει πόσο μοιάζουν ή πόσο διαφέρουν μεταξύ τους, τελικά, τα δυο προγράμματα. Ειδικότερα επιδίωξε να α). αξιολογήσει τις προσθαφαιρέσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πρόγραμμα του 1999, για να προκύψει αυτό του 2001, για να διαπιστώσει αν είναι ριζικές και ανατρέπουν τη φιλοσοφία του ή είναι απλώς επουσιώδεις, και β). να διερευνήσει αν και στο πρόγραμμα του 1999 υπήρχαν στοιχεία «διαθεματικότητας», οριζόντιας προσέγγισης του γλωσσικού μαθήματος σε σχέση με τα άλλα του υπόλοιπου προγράμματος.
Πόσο πιο ‘διαθεματικό’ και ανανεωμένο είναι τελικώς το Δ.Ε.Π.Π.Σ.
Βαμβακίδου Ι., Ντίνας Κ., Κυρίδης Α., Καραμήτσου, Κ., 2003. Το τέλος της ομοιογένειας και η απαρχή της ετερότητας στο σύγχρονο ελληνικό νηπιαγωγείο. Οι νηπιαγωγοί μιλούν για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στις πολυπολιτισμικές τάξεις. Στο Τρέσσου, Ε. – Μητακίδου, Σ. (επιμ.) Εκπαιδευτικοί μιλούν σε εκπαιδευτικούς για τις εμπειρίες τους. Εκπαίδευση γλωσσικών μειονοτήτων. Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής, σσ. 47-55
Σήμερα που στην ταξική πολυδιάσπαση των κοινωνικών σχηματισμών προστέθηκε και η εθνολογική, το ζήτημα της ισότητας ευκαιριών επανέρχεται σε διαφορετική βάση, με διαφορετικές επιστημολογικές οριοθετήσεις και φυσικά με νέες παραμέτρους ως προς τη διατύπωση και την επίλυση του προβλήματος, καθώς στην κοινωνική ετερότητα προστέθηκε και η εθνοτική. Το διαφορετικό δεν ορίζεται πλέον αποκλειστικά με όρους ταξικούς, αλλά και με όρους εθνολογικούς, φυλετικούς, θρησκευτικούς ή πολιτισμικούς. Τα κλάσματα της κοινωνικής εξίσωσης είναι πλέον ετερώνυμα, αφού η ταξική διαστρωμάτωση δεν αποτελεί πια τον κοινό παρονομαστή. Η εθνολογική ομοιογένεια ως σταθερά της κοινωνικής ζύμωσης και της εκπόνησης κάθε είδους πολιτικής εκ μέρους της συντεταγμένης πολιτείας ή άλλων αρμοδίων φορέων έχει πάψει να υφίσταται. Το παζλ της κοινωνικής σύνθεσης μεγαλώνει και τα κομμάτια του πολλαπλασιάζονται. Στις μέρες μας στα ελληνικά σχολεία οι τάξεις δεν είναι πλέον ομοιογενείς. Οι εν ενεργεία εκπαιδευτικοί καλούνται να αντιμετωπίσουν μια νέα πραγματικότητα. Ειδικά όταν δεν έχουν λάβει την κατάλληλη κατάρτιση ή επιμόρφωση τα προβλήματά τους πολλαπλασιάζονται. Προσπαθήσαμε να καταγράψουμε με τη μέθοδο της ανάλυσης περιεχομένου του γραπτού λόγου τα προβλήματα που συνήθως αντιμετωπίζουν οι νηπιαγωγοί που εργάζονται σε πολυπολιτισμικές τάξεις.