Η γλωσσική ποικιλότητα, μια πραγματικότητα αδιαμφισβήτητη για κάθε γλώσσα, απασχόλησε γλωσσολόγους και παιδαγωγούς από πολύ παλιά. Η στάση απέναντί της διαμορφώνεται ανάλογα με τις γενικότερες ιδεολογικές και πολιτικές επιλογές της κοινωνίας και επηρεάζει τη γλωσσική πολιτική που κάθε φορά ακολουθείται. Την εποχή της δημιουργίας των εθνικών κρατών υπερίσχυσε η τάση για γλωσσική ομογενοποίηση.
Σήμερα, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας και της επικράτησης του Διαδικτύου, ενώ θα περίμενε κανείς η γλωσσική ποικιλότητα να παραχωρεί τη θέση της στη γλωσσική ομογενοποίηση, αυτή εμφανίζεται με νέες μορφές και διαστάσεις (πβ. υπο-πολιτισμικές εκδοχές της αγγλικής γλώσσας, γλωσσικές ποικιλίες που οφείλονται στη νέα τεχνολογία και κυρίως στο Διαδίκτυο), ώστε να δικαιολογείται ο ισχυρισμός ότι για τη γλωσσική ποικιλότητα «δεν έχουμε ακόμα δει τίποτα».
Η Παιδαγωγική του Κριτικού Γραμματισμού με τις διάφορες εκδοχές της (πβ. Παιδαγωγική του Γραμματισμού με Βάση τα Κειμενικά Είδη της Σχολής του Σίδνεϊ, Παιδαγωγική των Πολυγραμματισμών) τοποθετείται απολύτως θετικά απέναντι στη γλωσσική ποικιλότητα και την ενσωματώνει δημιουργικά στα Προγράμματα Γλωσσικής Διδασκαλίας.
Η γλωσσική ποικιλότητα στο πλαίσιο της παιδαγωγικής του Κριτικού Γραμματισμού