Η ετερότητα είναι μια αναμφισβήτητη πραγματικότητα που χαρακτηρίζει όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες και τις διατρέχει και συγχρονικά αλλά και στη διαχρονική τους διάσταση. Η ετερότητα καθρεφτίζεται σε κάθε πτυχή τής συλλογικής κοινωνικής έκφρασης, με θαυμαστό μάλιστα τρόπο στη γλώσσα, η οποία φέρνει μαζί της ένα μεγάλο φορτίο ιστορικών και άλλων πληροφοριών.
Αρχική » 2003
Αρχείο έτους 2003
Ντίνας, Κ. 2003. Η γλωσσική – κοινωνική ετερότητα και η ονοματολογία: μια κοινωνιογλωσσολογική προσέγγιση των κοζανίτικων επωνύμων. Έκδοση σε ψηφιακή μορφή των Πρακτικών του συνεδρίου του ΕΚΚΕ «Ετερότητα και Κοινωνία» ΙSBN 960-7093-86-0
Από τα πιο φορτισμένα πληροφοριακώς στοιχεία τής γλώσσας είναι τα κάθε είδους ονόματα που δίνουν οι άνθρωποι σε τόπους, αντικείμενα και καταστάσεις αλλά και στους συνανθρώπους τους. Τα επώνυμα κυρίως μας δίνουν σημαντικές πληροφορίες για τους διαφορετικούς τόπους από τους κατάγονται οι άνθρωποι, τις διαφορετικές γλώσσες που μιλούσαν, τα διαφορετικά επαγγέλματα που ασκούσαν, τις διαφορετικές κοινωνικές τάξεις στις οποίες ανήκαν, τα διαφορετικά σωματικά και ψυχικά τους χαρακτηριστικά. Έτσι στα επώνυμα αντανακλάται η πολλαπλή ετερότητα που χαρακτηρίζει μια κοινωνία ανθρώπων.
Στην ανακοίνωση αυτή διερευνάται μέσα από τη μελέτη των κοζανίτικων επωνύμων της περιόδου 1759-1916 η ετερότητα που αυτά κρυπτογραφούν.
Ντίνας, Κ., Αραμπατζή, Δ. 2003. Η προώθηση της γλωσσικής και διαπολιτισμικής ευαισθητοποίησης μέσα από το Πρόγραμμα Comenius: Η εμπειρία του Νηπιαγωγείου Αιανής Κοζάνης. Στο: Πρακτικά 6ου Διεθνούς Συνεδρίου. Πάτρα: Κέντρο Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης (ηλεκτρονική έκδοση)
Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα ΣΩΚΡΑΤΗΣ, ένα πρόγραμμα δράσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στον τομέα της εκπαίδευσης θεμελιωμένο αφενός στην αντίληψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση συμβάλλει στην ανάπτυξη παιδείας υψηλού επιπέδου και αφετέρου στη δέσμευση για την προώθηση της δια βίου εκπαίδευσης όλων των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιλαμβάνει –μεταξύ άλλων– δραστηριότητες σχετικές με την προώθηση της γλωσσομάθειας και την κατανόηση των διαφορετικών πολιτισμών και δράσεις όπως η γνωστή με το όνομα του Τσέχου θεολόγου, φιλοσόφου και παιδαγωγού COMENIUS. Η δράση αυτή, στο πλαίσιο της σχολικής εκπαίδευσης στην Ευρώπη μέσω διακρατικών μέτρων, αποσκοπεί στη βελτίωση της ποιότητας της σχολικής εκπαίδευσης και στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής της διάστασης, μέσω της ενθάρρυνσης της διακρατικής συνεργασίας μεταξύ σχολικών ιδρυμάτων, καθώς και στην προώθηση της γλωσσομάθειας και της διαπολιτισμικής ευαισθητοποίησης.
Στα πλαίσια της δράσης αυτής το Νηπιαγωγείο Αιανής, ως συντονιστικό σχολικό ίδρυμα, μαζί με ένα βελγικό και ένα ολλανδικό αντίστοιχα έχουν σχεδιάσει από κοινού και υλοποιούν ένα τριετές πρόγραμμα που περιλαμβάνει διάφορες θεματικές ενότητες που σχετίζονται με την ηλικία και τα ενδιαφέροντα των μαθητών καθώς και την ύλη των μαθημάτων, π.χ. γλωσσική αγωγή, πολιτιστική κληρονομιά, λογοτεχνία και παραδόσεις, τοπική ταυτότητα, προστασία του περιβάλλοντος, πολιτισμός και αθλητισμός, αισθητική αγωγή, περιβαλλοντική εκπαίδευση.
Στην ανακοίνωση κατατίθενται οι εμπειρίες που έχουν αποκτηθεί από τους μαθητές, το εκπαιδευτικό προσωπικό αλλά και την εμπλεκόμενη στη δράση αυτή τοπική κοινωνία, στον τομέα της γλωσσικής αγωγής και της διαπολιτισμικής ευαισθητοποίησης. Η κατάθεση των εμπειριών πραγματοποιείται μέσα από τη συνοπτική παρουσίαση των δράσεων που σχεδιάστηκαν και υλοποιήθηκαν από κοινού από τα τρία συμπράττοντα σχολικά ιδρύματα με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας διδασκαλίας των (ευρωπαϊκών) γλωσσών, την αύξηση της ευαισθητοποίησης όλων σε σχέση με τη διαφορετικότητα των πολιτισμών, τη βελτίωση των δεξιοτήτων των διδασκόντων στο πεδίο της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης και, τέλος, την υποστήριξη της καταπολέμησης του ρατσισμού και της ξενοφοβίας.
Γλωσσική και διαπολιτισμική ευαισθητοποίηση & Πρόγραμμα Comenius
Διαμαντής Θ., Κυρίδης Α., Ντίνας Κ. & Καμαρούδης Σ. 2003. Μαθητές και πολιτική. Μαθητές του ελληνικού δημοτικού σχολείου μιλούν για τους πολιτικούς και την πολιτική. Επιστημονική Επετηρίδα του Π.Τ.Δ.Ε. Ιωαννίνων,σσ. 9-28
Η εργασία πραγματεύεται το ζήτημα της πολιτικής κοινωνικοποίησης των μαθητών του ελληνικού Δημοτικού Σχολείου σε θεωρητικό και ερευνητικό επίπεδο. Εξάλλου η έρευνα των πολιτικών στάσεων και αντιλήψεων γίνεται πολύ γόνιμα στο συγκεκριμένο στάδιο της μορφοποίησης τους, επειδή αυτό το στάδιο είναι πολύ πλούσιο σε πληροφορίες για το «τελικό προϊόν». Παρουσιάζονται θεωρητικά και ερευνητικά δεδομένα από την ξένη και την ελληνική βιβλιογραφία και επιχειρείται η ερευνητική καταγραφή των στάσεων και αντιλήψεων μαθητών της ΣΤ’ τάξης του ελληνικού δημοτικού σχολείου για την πολιτική και τους πολιτικούς. Από τα δεδομένα της έρευνας εύλογα μπορούμε να καταλήξουμε στην άποψη ότι οι στάσεις των παιδιών απέναντι στην πολιτική και στους πολιτικούς είναι κατ’ αρχήν αρνητικές. Η πολιτική στην Ελλάδα έχει δύο όψεις. Και οι δύο αυτές όψεις αποτυπώνονται με τον πιο εύγλωττο τρόπο στις απαντήσεις των παιδιών. Η μία όψη της πολιτικής είναι αυτή που συμπίπτει με τη θεσμική της διάσταση και που της αναγνωρίζει τις ιδιότητες και τις αξίες που την αναγορεύουν σε κοινωνικό αγαθό, πολύτιμο για κάθε κοινωνικό σχηματισμό. Η άλλη όψη, αυτή που επικαλούνται οι μικροί μαθητές, είναι αυτή της «γειωμένης πολιτικής», της πολιτικής που έχει αποκαθηλωθεί από το δοξαστικό θεσμικό της αξίωμα. Είναι η πολιτική που συζητιέται στα καφενεία και στα σπίτια των μικρών παιδιών.
Ντίνας, Κ., Χατζησαββίδης, Σ., Κυρίδης, Α., Τσακιρίδου, Ε., Ζωγράφου, Μ., Αγγελάκη, Χ. 2003. Οι νηπιαγωγοί επιχειρούν μια πρώτη αποτίμηση του νέου προγράμματος γλωσσικής διδασκαλίας για το ελληνικό νηπιαγωγείο. Παιδαγωγική Επιθεώρηση 35, σσ. 165-185
Για πρώτη φορά στην ιστορία της νεοελληνικής εκπαίδευσης με την Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση που επιχειρήθηκε τη διετία 1998-2000 έγινε προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα σώμα που να περιέχει τις αρχές και τους σκοπούς της διδασκαλίας του κάθε μαθήματος, τη διδακτέα ύλη καταμερισμένη σε ενότητες, τους στόχους που οφείλει να υπηρετεί η διδασκαλία της κάθε ενότητας σε σχέση με τους σκοπούς του μαθήματος, και, τέλος, τη μέθοδο και τα μέσα. Το 2003, μετά από δύο χρόνια εφαρμογής του προγράμματος γλωσσικής διδασκαλίας στο ελληνικό νηπιαγωγείο, η συγγραφική ομάδα επιχείρησε μια πρώτη προσπάθεια καταγραφής των λειτουργικών παραμέτρων της εφαρμογής σύμφωνα με τις απόψεις των νηπιαγωγών που κλήθηκαν να το υλοποιήσουν. Η έρευνα διεξήχθη με ερωτηματολόγιο και συμμετείχαν 250 νηπιαγωγοί απ’ όλη την Ελλάδα. Τα στοιχεία της έρευνας έδειξαν ότι οι νηπιαγωγοί προσαρμόστηκαν ικανοποιητικά στο νέο πρόγραμμα και ότι δεν αντιμετώπισαν ιδιαίτερα προβλήματα στην εφαρμογή του.
Ντίνας Κ., Αλεξίου Β., Γαλάνη Α., Ξανθόπουλος Α., 2003. Πόσο πιο ‘διαθεματικό’ και ανανεωμένο είναι τελικώς το Δ.Ε.Π.Π.Σ.; Σύγχρονη Eκπαίδευση 131, σσ. 41-56
Ένα από τα κύρια στοιχεία της πολύκροτης εκπαιδευτικής «μεταρρύθμισης Αρσένη» ήταν η υιοθέτηση του «Ενιαίου Πλαισίου Προγραμμάτων Σπουδών» (ΕΠΠΣ). Εξειδίκευση του ΕΠΠΣ για τη γλώσσα υπήρξε η έκδοση ενός νέου Προγράμματος Σπουδών για τη γλωσσική διδασκαλία στο Νηπιαγωγείο και το Δημοτικό Σχολείο (ΦΕΚ 93/τ. Β,΄10-2-1999). Πριν προλάβουν να εκδοθούν τα από πολλού αναμενόμενα νέα βιβλία γλωσσικής διδασκαλίας για την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, τα οποία θα υλοποιούσαν τις προθέσεις και διακηρύξεις του νέου Προγράμματος Σπουδών του 1999, κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2001 ένα «νέο», αυτή τη φορά Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (ΔΕΠΠΣ), (Υπ.Ε.Π.Θ. 2001). Το νέο ΔΕΠΠΣ εισάγει τη Διαθεματική Προσέγγιση των επιμέρους γνωστικών αντικειμένων εισηγούμενο την οριζόντια σύνδεση των Προγραμμάτων Σπουδών και επαγγελλόμενο να δώσει τη δυνατότητα στο μαθητή να συγκροτήσει ένα ενιαίο σύνολο γνώσεων και δεξιοτήτων, μια ολιστική αντίληψη της γνώσης.
Η αλλαγή στη γλωσσική διδασκαλία, την οποία επαγγελλόταν το ΕΠΠΣ του 1999 υπήρξε αναμενόμενη καθώς οι προηγούμενες είχαν προ πολλού χρόνου ξεπεραστεί. Δεν συνέβη όμως το ίδιο με την κατά μόλις δύο χρόνια και οχτώ μήνες νεότερη αλλαγή που επαγγέλθηκε το ΔΕΠΠΣ. Παρά την επίσημη δικαιολόγηση ότι η αναθεώρηση, «αναμόρφωση» (πβ. ΦΕΚ 1366/Τ.Β΄, 18-10-2001, σ. 18394) ή επαναδιατύπωση το 2001 του αναλυτικού προγράμματος γλωσσικής διδασκαλίας του 1999 επιβαλλόταν από την ανάγκη εναρμονισμού του προς τη «Διαθεματική Προσέγγιση» (πβ. ΦΕΚ 1366/Τ.Β΄, 18-10-2001, σ. 18393) της γνώσης, προκαλεί εντύπωση και απορία η τόσο εσπευσμένη αλλαγή τού έτσι κι αλλιώς νέου προγράμματος του 1999. Η παραπάνω απορία υπήρξε ο κύριος λόγος διεξαγωγής αυτής της έρευνας· επιδίωξε να καταγράψει τις ομοιότητες και τις διαφορές μεταξύ των δύο προγραμμάτων γλωσσικής διδασκαλίας, του 1999 και του 2001, για το Νηπιαγωγείο και το Δημοτικό Σχολείο, προκειμένου να διαπιστώσει πόσο μοιάζουν ή πόσο διαφέρουν μεταξύ τους, τελικά, τα δυο προγράμματα. Ειδικότερα επιδίωξε να α). αξιολογήσει τις προσθαφαιρέσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πρόγραμμα του 1999, για να προκύψει αυτό του 2001, για να διαπιστώσει αν είναι ριζικές και ανατρέπουν τη φιλοσοφία του ή είναι απλώς επουσιώδεις, και β). να διερευνήσει αν και στο πρόγραμμα του 1999 υπήρχαν στοιχεία «διαθεματικότητας», οριζόντιας προσέγγισης του γλωσσικού μαθήματος σε σχέση με τα άλλα του υπόλοιπου προγράμματος.
Πόσο πιο ‘διαθεματικό’ και ανανεωμένο είναι τελικώς το Δ.Ε.Π.Π.Σ.
Καραγκούνη, Γ., Ντίνας, Κ., Παπαδοπούλου, Α., Συμεωνίδου, Μ., Τόλη, Θ. 2003. «Η ανάλυση του περιεχομένου των νομικών κειμένων». Στο: Κυρίδης, Α. & Μαυρικάκη, Ε., (επιμ.) 2003. Η περιβαλλοντική Εκπαίδευση στο Ελληνικό Δημοτικό Σχολείο. Τυπωθήτω – Γιώργος Δαρδανός, σσ. 87-102
Η ερευνητική ομάδα στο τμήμα αυτό του συλλογικού τόμου ασχολήθηκε με την προσέγγιση των επίσημων νομικών κειμένων με τα οποία το ελληνικό κράτος προσδιορίζει την περιβαλλοντική εκπαίδευση και τη θέση της στο ελληνικό σχολείο. Οι αναφορές που εντοπίσθηκαν στα επίσημα κείμενα κατηγοριοποιήθηκαν σε οκτώ θεματικές κατηγορίες και μελετήθηκαν σύμφωνα με τις αρχές της «Ποσοτικής και Ποιοτικής Ανάλυσης Περιεχομένου» και της Κλασικής Θεματικής Ανάλυσης. Ως μονάδα ανάλυσης χρησιμοποιήθηκε το «θέμα».
Βαμβακίδου Ι., Ντίνας Κ., Κυρίδης Α., Καραμήτσου, Κ., 2003. Το τέλος της ομοιογένειας και η απαρχή της ετερότητας στο σύγχρονο ελληνικό νηπιαγωγείο. Οι νηπιαγωγοί μιλούν για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στις πολυπολιτισμικές τάξεις. Στο Τρέσσου, Ε. – Μητακίδου, Σ. (επιμ.) Εκπαιδευτικοί μιλούν σε εκπαιδευτικούς για τις εμπειρίες τους. Εκπαίδευση γλωσσικών μειονοτήτων. Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής, σσ. 47-55
Σήμερα που στην ταξική πολυδιάσπαση των κοινωνικών σχηματισμών προστέθηκε και η εθνολογική, το ζήτημα της ισότητας ευκαιριών επανέρχεται σε διαφορετική βάση, με διαφορετικές επιστημολογικές οριοθετήσεις και φυσικά με νέες παραμέτρους ως προς τη διατύπωση και την επίλυση του προβλήματος, καθώς στην κοινωνική ετερότητα προστέθηκε και η εθνοτική. Το διαφορετικό δεν ορίζεται πλέον αποκλειστικά με όρους ταξικούς, αλλά και με όρους εθνολογικούς, φυλετικούς, θρησκευτικούς ή πολιτισμικούς. Τα κλάσματα της κοινωνικής εξίσωσης είναι πλέον ετερώνυμα, αφού η ταξική διαστρωμάτωση δεν αποτελεί πια τον κοινό παρονομαστή. Η εθνολογική ομοιογένεια ως σταθερά της κοινωνικής ζύμωσης και της εκπόνησης κάθε είδους πολιτικής εκ μέρους της συντεταγμένης πολιτείας ή άλλων αρμοδίων φορέων έχει πάψει να υφίσταται. Το παζλ της κοινωνικής σύνθεσης μεγαλώνει και τα κομμάτια του πολλαπλασιάζονται. Στις μέρες μας στα ελληνικά σχολεία οι τάξεις δεν είναι πλέον ομοιογενείς. Οι εν ενεργεία εκπαιδευτικοί καλούνται να αντιμετωπίσουν μια νέα πραγματικότητα. Ειδικά όταν δεν έχουν λάβει την κατάλληλη κατάρτιση ή επιμόρφωση τα προβλήματά τους πολλαπλασιάζονται. Προσπαθήσαμε να καταγράψουμε με τη μέθοδο της ανάλυσης περιεχομένου του γραπτού λόγου τα προβλήματα που συνήθως αντιμετωπίζουν οι νηπιαγωγοί που εργάζονται σε πολυπολιτισμικές τάξεις.
Ντίνας, Κ. 2003. Γλώσσα ή διάλεκτος; Iδού το ερώτημα. Αναδημοσίευση άρθρου στον συλλογικό τόμο Raznotchetenijata na teksta, Jubileen zbornhik na prof. d-r Kiril Topalov. Sofia: Πανεπιστημιακό Τυπογραφείο «Sv. Kliment Ohridski».
Στο άρθρο αυτό αντιμετωπίζεται το θέμα της φυσιογνωμίας του γλωσσικού ιδιώματος που μιλιέται στο κράτος της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Mακεδονίας και της σχέσης του με τη βουλγαρική γλώσσα· την αφορμή γι’ αυτό έδωσε μια αυτοβιογραφία του Γρηγορίου Σταυρίδη (Γκριγκόρ Παρλίτσεφ), η οποία εκδόθηκε και στη Bουλγαρία (στα βουλγαρικά) και στα Σκόπια (στα «μακεδονικά»). Mετά από μια ιστορική παρέκβαση, που αφορά τα ιστορικά στοιχεία της καθόδου των Σλάβων στην περιοχή και τη συζήτηση γύρω από τη «μακεδονική» γλώσσα των Σκοπίων, παρουσιάζεται το πρώτο κεφάλαιο της αυτοβιογραφίας σε τρίστηλη αντιπαραβολή: βουλγαρικό, «μακεδονικό» κείμενο, ελληνική μετάφραση. Aκολουθεί η συγκριτική – αντιπαραθετική εξέταση των δύο κειμένων σε όλα τα γλωσσικά επίπεδα: φωνητική-φωνολογία, μορφολογία, λεξιλόγιο, φρασεολογία. Προηγείται μια συζήτηση γύρω από τους γραφηματικού τύπου νεωτερισμούς στο κυριλλικό αλφάβητο που επιχειρήθηκαν από τους Σκοπιανούς, οι οποίοι οδήγησαν σε αρκετές «οπτικές» διαφορές μεταξύ των δύο κειμένων. Tο συμπέρασμα τελικά που προκύπτει από τη γλωσσολογική συνεξέταση των δύο αυτών κειμένων είναι ότι δεν πρόκειται για κείμενα γραμμένα σε δύο διαφορετικές γλώσσες· επομένως η «Mακεδονική» βασίμως μπορεί να θεωρείται διάλεκτος της Bουλγαρικής.
Κυρίδης Α., Δρόσος Β., Ντίνας Κ., Μαρσέλλου, Β., Νικούση, Σ. 2003. Η Πληροφορική και Επικοινωνιακή Τεχνολογία (ΠΕΤ) στο Νηπιαγωγείο. Οι απόψεις των νηπιαγωγών για την εισαγωγή της ΠΕΤ στο ελληνικό νηπιαγωγείο. Σύγχρονη Eκπαίδευση 130, σσ. 131-139
Το ζήτημα της εισαγωγής των ηλεκτρονικών υπολογιστών στην προσχολική εκπαίδευση αποτελεί ένα πεδίο διεθνούς επιστημονικού προβληματισμού, στον οποίο εμπλέκονται οι περισσότερες από τις επιστήμες της αγωγής. Στην Ελλάδα η σχετική συζήτηση δεν έχει αναπτυχθεί ακόμα, αλλά θα πρέπει να επισημανθεί το γεγονός ότι οι Η/Υ έχουν ήδη εισαχθεί στην ιδιωτική προσχολική εκπαίδευση. Ο στόχος της εργασίας είναι διττός: Από τη μια επιχειρεί να συνθέσει τις βασικές βιβλιογραφικές πηγές για την εισαγωγή των Η/Υ στο νηπιαγωγείο τόσο σε θεωρητικό όσο και σε ερευνητικό πλαίσιο, ώστε να δημιουργηθεί ένα βασικό corpus Ελληνίδων νηπιαγωγών για την δυνατότητα εκπαιδευτικής χρήσης των Η/Υ. Αναλύθηκε το περιεχόμενο 29 γραπτών κειμένων εν ενεργεία νηπιαγωγών, οι οποίες κλήθηκαν να αναπτύξουν τις απόψεις τους για το θέμα: «Η χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών στο νηπιαγωγείο». Από την ανάλυση προέκυψαν 7 θεματικές κατηγορίες και η στάση των νηπιαγωγών μπορεί να χαρακτηριστεί γενικά ως θετική.
Δαϊκόπουλος, Ι., Κασίδου, Σ. Ντίνας, Κ. 2003. Καινούργιο κρασί σε παλιό ασκί; Έρευνα καταγραφής των μεταβολών στις γλωσσικές ασκήσεις του Δημοτικού Σχολείου. Στο: Ντίνας, Κ. (επιμ). Η γλώσσα και η διδασκαλία της. Θεσσαλονίκη: Βιβλιολογείον – Εκδόσεις Πανεπιστημίου Μακεδονίας, σσ. 45-62
Το περιεχόμενο, η δομή και ο τρόπος με τον οποίο είναι διατυπωμένα τα επιμέρους στοιχεία ενός γλωσσικού Προγράμματος Σπουδών έχουν άμεση σχέση με τις θεωρίες για τη γλώσσα και την εκμάθησή της, καθώς και με τις εκπαιδευτικές αξίες στις οποίες στηρίζονται αυτοί που το συντάσσουν και το εισηγούνται. Με την έννοια αυτή το Πρόγραμμα Σπουδών αποτελεί έκφραση του διαφορετικού κάθε φορά παιδαγωγικού λόγου, πολιτισμικά όμως και ιδεολογικά προσδιορισμένου Στη λογική του προγράμματος σπουδών κατά κανόνα εντάσσονται τα εγχειρίδια γλωσσικής διδασκαλίας, επομένως και οι γλωσσικές ασκήσεις που τα βιβλία αυτά περιλαμβάνουν. Οι ασκήσεις αυτές αποτελούν αφενός εργαλεία δουλειάς που καλούνται να υποστηρίξουν τους διδάσκοντες στην υλοποίηση των στόχων του εκάστοτε Προγράμματος Σπουδών κι αφετέρου εργαλεία αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου· ως τέτοια βοηθούν στον έλεγχο της αποτελεσματικότητας της όλης εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η προβληματική γύρω από τις γλωσσικές ασκήσεις και το ρόλο τους στην εκπαιδευτική διαδικασία, την αξιολόγηση του μαθητή και κατ’ επέκταση την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου μέσα από αυτές, τη μεθοδολογία και τους τύπους τους, είναι ενδιαφέροντα, πολυσυζητημένα και πολλές φορές ακανθώδη ζητήματα, ξεφεύγουν όμως από τους στόχους της δικής μας ανακοίνωσης. Στην εργασία αυτή η συγγραφική ομάδα ασχολείται με τις γλωσσικές ασκήσεις των βιβλίων «Η γλώσσα μου» για το Δημοτικό σχολείο και πιο συγκεκριμένα με τις μεταβολές που επήλθαν σ’ αυτές μετά τις «Συμπληρωματικές Οδηγίες» (Υπ.Ε.Π.Θ. & Π.Ι. 2001) που εκδόθηκαν το 2000 από το Υπουργείο Παιδείας και το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.